Wednesday, February 28, 2007

Όνειρο νευρικής νυκτός...

Το εστιατόριο είχε τη φήμη του πιο ρομαντικού στην επαρχιακή μας πόλη. Η διακόσμηση ήταν βαριά και το φως των κεριών συμπλήρωνε την πολυδιαφημισμένη ατμόσφαιρα. Στεγαζόταν σε ένα παλιό βιομηχανικό κτίριο, όπως συνηθίζεται τελευταία, σε μια εντέχνως υποβαθμισμένη περιοχή στις παρυφές της πόλης.
Είμαι ανήσυχη. Αυτό που με ανησυχεί είναι πως είμαι μόνη σε ένα εστιατόριο γεμάτο ζευγαράκια...; Με ανησυχεί που τα μάτια μου δε βλέπουν καθαρά...; "Όχι! Αυτοί είναι!" Μόλις τους εντόπισα τα λέπια πέσαν από τα μάτια μου και έβλεπα ξεκάθαρα... Πάλι οι τρεις τους. Τους έχω ξανασυναντήσει σε άλλο REM, με απανωτά χτυποκάρδια και τότε...
Άσπρες μπλούζες, μαύρα παντελόνια και στρατιωτικές αρβύλες. Βαριά αντρική, φτηνή κολώνια και μπαρούτι. Όπως και τότε...τρία ξυρισμένα κρανία που λαμποκοπούσαν στο φεγγαρόφωτο. Μόλις είχαν παρκάρει την τρίπατη νταλίκα- φαλλικό σύμβολο και χασκογελούσαν μεταξύ τους. Έτσι έκαναν και στο γυμνάσιο κάθε φορά που έκλεβαν το χαρτζηλίκι των μικρών. Μπορεί να με κυνηγούσαν και τότε.
Ήξερα πως δεν έρχονταν για μένα. Όπως ήξερα πως δε θα γλίτωνα. Χόρευα διακριτικά στα μπίτια των καρδιακών μου παλμών όταν ξάφνου ένα μαύρο αυτοκίνητο με φιμε τζάμια σταματάει δίπλα στην τζαμαρία που με χώριζε από τη διαβολική τριάδα. Βλέπω την κάνη της καραμπίνας και σαν φοβισμένο ζώο, με λύσσα ξεχύνομαι στο σκοτάδι. Το κρυό με τρυπάει σαν να πάγωσε η κόλαση...τρέχω. Αφήνω πίσω μου τα αίματα που πεταμένα χύμα στους τοίχους του εστιατορίου, βελτίωσαν τραγικά την αγαπησιάρικη διακόσμηση.
Η ανάσα μου κόβεται... "Κρύψου!". Ορθώνεται σαν σπηλιά, τεράστιος, σκοτεινός και σιωπηλός, καταφύγιο από τον παράδεισο και την κόλαση- γιατί μήτε στο ένα μήτε στο άλλο ήθελα να καταλήξω, σκουπιδοτενεκές σωτήρας. Χώνομαι μέσα και προσπαθήσω να πείσω με μπουνιές την καρδιά μου να σταματήσει να χτυπάει τόσο δυνατά.... "Θα μας ακούσουν, σκάσε!".
Μυρίζω το μπαρούτι καθώς πλησιάζουν και μια εσανς αλκόολ έχει πλημμυρίσει τον τόπο. Φως... το φεγγάρι.... θόρυβος.... το μπουκάλι που σπάει.... ζέστη.... "Καίγομαι!" και αυτό μου θυμίζει πως ακόμη..... ζω! Πρέπει να βγω από δω ακόμα κι αν χρειαστεί να κόψω με τα δόντια την ουρά μου, από την φάκα που πιάστηκα. "Πνίγομαι, σαν να μασάω δακρυγόνο..."
Μες στον πανικό μου, βρίσκομαι να σκαρφαλώνω. Έχω ματώσει χέρια και πόδια. Ο άνεμος δυνατός και παγερός σαν τον ιδρώτα που με τυλίγει. Τα φώτα της πόλης και....γαμώτο! Την τύχη μου μέσα, πως έμπλεξα έτσι.... Σκαρφάλωσα στο θηρίο που αντικαθιστά τα αρχίδια που τους έκοψε η μανούλα τους όταν ήταν πιτσιρικάδες. Διάολε! Κρεμιέμαι από την νταλίκα τους, σε ύψος οχτώ μέτρων και αυτοί πλησιάζουν.... Ιδρώνω περισσότερο, γλιστράω.
"Κική, δε θα γλιτώσεις" και το γέλιο του με ανατριχιάζει. Ανάβει τσιγάρο και μα τους άγιους πάντες των πάντων, αν δεν έβλεπα έτσι όπως κρεμιόμουν σαν την τσίτα, ανάποδα, τα ραδίκια να πλησιάζουν με ταχύτητα φωτός, θα του έκανα τράκα... Νίωθω να πέφτω. Είμαι στο κρεβάτι μου...είμαι στην νταλίκα...είμαι στον αέρα....πέφτω!!
Φτύνω το χώμα που μου τριβελίζει το στόμα.... ακούω τις αρβύλες. Σέρνομαι στις λάσπες και το βάζω για άλλη μια φορά στα πόδια. "Γιατί δεν ξυπνάς ρε μαλάκα; Ξύπνα επιτέλους!" Το μυαλό μου θέλει να πάει για κατούρημα, γι αυτό μου ζητάει απεγνωσμένα να πατήσω pause. Τρέχω, έχω βάλει τα πόδια στο forward, την ουρά στα σκέλια και τρέχω.
Στην έξοδο μιας δημόσιας τουαλέτας που φύτρωσε από το πουθενά, τραβάω μια κοπέλα από το μπράτσο. Την εκλιπαρώ για βοήθεια. Με κατακόκκινα μάτια, τυλιγμένη σε μια βρωμερή πετσέτα του ελληνικού στρατού, ασορτί με την πράσινη επιδερμίδα της μου λέει αργά και με κόπο: "Ο τελευταίος που με άγγιξε είναι τώρα νεκρός..."
Εμπνευσμένο από το Λόλα, τρέξε Λόλα, το υποσυνείδητο μου με θέλει να τρέχω σαν τυφλό σκυλί που απλά μυρίζει τον κίνδυνο και την καμμένη του ουρά. Ακολουθώ τον χλεμπονιάρη, εμμετικό διάδρομο και ακούω συνομιλίες... "Πότε θα ξυπνήσεις, επιτέλους;" Έχω αφήσει πίσω μου τους τρεις δαίμονες. Μπορεί να λιποθύμησαν από την ηδονή που τους χάρισε ο φόβος μου....δεν ξέρω...απλά φοβάμαι και τρέχω...λες κι αν συνεχίσω να τρέχω...μια ζωή, συνέχεια να τρέχω...θα είμαι ασφαλής, θα είμαι ζωντανή....."Ξύπνα!"
Παρακάμπτω κάτι μαφιόζους της κακιάς ώρας, πιο φοβισμένους κι από μένα. Παραπατώντας στα χαρτόκουτα της τεράστιας υποφωτισμένης αποθήκης -ναι ο διάδρομος μεγάλωσε ξάφνου (ένα χειροκρότημα στον παίχτη των ειδικών εφε του συνεργείου!) άκουσα μουσική.... Δυνατή, γρήγορη, κοφτή και πρωτόγονη. Χτύπο μετά τον χτύπο, έκρυβε ένα μήνυμα. Για μένα. "Ξύ-πνα, ξύ-πνα, ξύ-πνα....". 'Οταν ξύπνησα όλα είχαν εξαφανιστεί. Εκτός από την μουσική, που συνέχιζε να σφυροκοπάει για μένα και μόνο.

5 comments:

Loth said...

"ες κι αν συνεχίσω να τρέχω...μια ζωή, συνέχεια να τρέχω...θα είμαι ασφαλής, θα είμαι ζωντανή....."

ΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΦΟΡΑ ΠΟΥ ΘΑ ΜΕ ΠΡΟΣΤΑΖΕΙ ΚΑΙ ΕΜΕΝΑ Η ΖΩΗ ΜΟΥ ΝΑ ΤΡΕΞΩ...ΘΑ ΣΕ ΘΥΜΗΘΩ..

ΘΑ ΠΑΛΟΥΚΩΘΩ ΚΑΙ ΘΑ ΑΝΑΨΩ ΕΝΑ ΤΣΙΓΑΡΟ..ΚΑΙ ΑΣ ΕΡΘΕΙ ΟΠΟΙΟΣ ΘΕΛΕΙ ,ΚΑΙ ΑΣ ΓΙΝΕΙ ΟΤΙ ΘΕΛΕΙ

ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΘΑΝΑΙ ΕΔΩ ΝΑ ΤΡΕΧΕΙ

.........

ΦΙΛΙΑΑ

Αστάρτη said...

Πολύ δυνατό όνειρο!
Απαπα...αγχώθηκα!
Αυτή τη φωνή που σου φωνάζει "ξύπνα" γιατί να μην την ακούς ποτέ οταν πρέπει??
Καλό μήνα...χωρίς εφιάλτες.. :)

ntetzevou said...

Ρε μαλακα μην βλεπεις θριλερ το βραδυ! Εισαι σκετος πανικος! Τρρρεξε Λολα τρεξε!

chaplin said...

Είχα δει το V for Vendeta (αν το γράφω σωστά) αλλά μου συμβαίνει κάθε φορά που κοιμάμαι με νεύρα.
Τι να κάνω όμως;
Να ξεσπάσω: δε βρίσκω ικανοποιητικό τρόπο
Να μην κοιμηθώ: δε παίζει!
Μπορώ να γράφω σενάρια με τους εφιάλτες μου και να βγάζω και φραγκάκια!

it is said...

Ρε συ... τώρα κατάλαβα αυτό που μου έλεγες...
Εγώ πάντως όταν με κυνηγάνε στον ύπνο μου σέρνομαι... δε μπορώ να τρέξω τα πόδια μου κολλάνε στο έδαφος... Μιλάμε τρελός πανικός!