11:30 περίπου το πρωί, σε ένα μικρό καφε στην Ξάνθη
Άνδρας γύρω στα πενήντα μπαίνει και απλώνει ένα πλατύ χαμόγελο γύρω τριγύρω.
- Καλημέρα, κορίτσια. Πώς είστε;
(Ακολουθούν οι καθιερωμένες αποκρίσεις)
- Να κεράσω ένα σφηνάκι; ένα ρακόμελο;
- Ξέρεις...πριν λίγο πήρα το πρωινό μου συνοδεία γάλακτος...ακόμα δεν τελείωσα τον καφέ...ευχαριστώ
Χωρίς να έχει δείξει κάποιος ιδιαίτερο ενθουσιασμό ή ενδιαφέρον για το λόγο που προκάλεσε αυτήν την εκτός χρόνου προσφορά, ο κύριος συνεχίζει:
- Πούλησα το παλιό αμάξι σε απίστευτη τιμή, τα οικονομικά πάνε καλά.... έλα, ένα ελαφρύ σφηνάκι από μένα!
(Ακολουθεί η καθιερωμένη παραγγελία. Διπλός εσπρέσσο και μια καράφα νερό με μπόλικα παγάκια)
- Το μαγαζί πάει καλά, ε; Πέρασα χθες βράδυ και δεν είχε χώρο ούτε για να σταθείς. Δεν σας είδα όμως. Δεν βγαίνετε εδώ;
(Κοφτές, ευγενικές απαντήσεις που δεν αποκαλύπτουν διαθέση για κουβεντούλα ξεκινούν μέσα και έξω από το μπαρ, στροβιλίζονται για λίγο και βουτούν στο δεξί του αυτί!)
Ανοίγω τα τεφτέρια της εργασίας μου μπας και πιάσει το μήνυμα
- Σκονάκια; Θυμάμαι όταν ήμουν εγώ φοιτητής....α!για την εργασία σου.......τι θέμα έχει;
Τα παρατάω. Οι ευγενικές απαντήσεις δεν πιάνουν. Τα ψίχουλα που ρίχνω στην κουβέντα του φαίνονται λουκούλειο γεύμα. Διάολε!
- Ωραίο καιρό έχει σήμερα, βαρέθηκα την εργασία. Πάω να λιαστώ λιγουλάκι έξω στα σκαλοπάτια.
Απογειώνομαι με δυο τρεις πιρουέτες και στρέφω τους προβολείς του στην ανεπανάληπτη Β. πίσω από το μπαρ. Ο ήλιος με τυφλωνεί αλλά το παιχνίδι γνώσεων που έχει στηθεί μέσα και η αδυναμία μου στις ερωτήσεις γεωγραφίας με καθήλωσαν στον πάγκο....ευτυχώς!
Παρά την ήπια ηλίαση και το στομάχι που διαμαρτύρεται καθώς έφτασε κουτσά στραβά το μεσημέρι, αντιλαμβάνομαι πως ο κύριος έχει πιει άλλους δυο καφέδες και τρείς καράφες νερό. Η Β. σχολάει και την ύστατη στιγμή του αποχαιρετισμού ο αγαπητός κύριος βρήκε την ώρα να εκφράσει την ανησυχία του:
- Β., σχολάει και η Κική τώρα;
Τα μαλλιά μου έχουν πέσει και τα κερνάω κανταΐφι στους πελάτες!!! Να μην τα πολυλογώ, η ώρα φτάνει έξι και η καφεινή χορεύει σουινγκ με την μοναξιά, στις φλέβες του εν λόγω κυρίου. Το δράμα κορυφώνεται όταν πέρα από τις σκόρπιες σκέψεις του αναγκαστήκαμε ούλοι δούλοι αφεντικά να ακούσουμε τον τηλεφωνικό καυγά του, με την εδώ και τόσα χρόνια πρώην σύζυγο του. Ζαααααααχαρη, που έλεγε και ο αδερφός μου στον στρατό!
Ημιλιπόθυμη, καθόμουν στωικά δίπλα του και τον άκουγα. Που και που ξεστόμιζα μια δυο λέξεις και μετά πάλι τουμπεκι. Δεν είναι κακός σκεφτόμουν. Δεν είναι φλύαρος. Δεν το παίζει Ο Κάποιος για να ψωνίσει πιπινάκι. Είναι ένας μόνος άνθρωπος. Και σου έλαχε εσένα να βρίσκεται δίπλα σου σε μια δύσκολη μέρα. Σφήνωσε τις ωτασπίδες και απόλαυσε τον στραβό ήλιο!
Μισή ώρα πριν βρει την δύναμη και το δρόμο για το σπίτι του, με κοιτάζει στα μάτια και με ρωτάει:
- Εμένα (μικρή παύση) ποια είναι η ηθική ανταμοιβή μου που σου μιλάω τώρα;
- (μεγαλύτερη παύση) Η ηθική σου ανταμοιβή είναι απλά (και δύσκολα) πως σε ακούω, του απάντησα με ένα αινιγματικό χαμόγελο.
Άνδρας γύρω στα πενήντα μπαίνει και απλώνει ένα πλατύ χαμόγελο γύρω τριγύρω.
- Καλημέρα, κορίτσια. Πώς είστε;
(Ακολουθούν οι καθιερωμένες αποκρίσεις)
- Να κεράσω ένα σφηνάκι; ένα ρακόμελο;
- Ξέρεις...πριν λίγο πήρα το πρωινό μου συνοδεία γάλακτος...ακόμα δεν τελείωσα τον καφέ...ευχαριστώ
Χωρίς να έχει δείξει κάποιος ιδιαίτερο ενθουσιασμό ή ενδιαφέρον για το λόγο που προκάλεσε αυτήν την εκτός χρόνου προσφορά, ο κύριος συνεχίζει:
- Πούλησα το παλιό αμάξι σε απίστευτη τιμή, τα οικονομικά πάνε καλά.... έλα, ένα ελαφρύ σφηνάκι από μένα!
(Ακολουθεί η καθιερωμένη παραγγελία. Διπλός εσπρέσσο και μια καράφα νερό με μπόλικα παγάκια)
- Το μαγαζί πάει καλά, ε; Πέρασα χθες βράδυ και δεν είχε χώρο ούτε για να σταθείς. Δεν σας είδα όμως. Δεν βγαίνετε εδώ;
(Κοφτές, ευγενικές απαντήσεις που δεν αποκαλύπτουν διαθέση για κουβεντούλα ξεκινούν μέσα και έξω από το μπαρ, στροβιλίζονται για λίγο και βουτούν στο δεξί του αυτί!)
Ανοίγω τα τεφτέρια της εργασίας μου μπας και πιάσει το μήνυμα
- Σκονάκια; Θυμάμαι όταν ήμουν εγώ φοιτητής....α!για την εργασία σου.......τι θέμα έχει;
Τα παρατάω. Οι ευγενικές απαντήσεις δεν πιάνουν. Τα ψίχουλα που ρίχνω στην κουβέντα του φαίνονται λουκούλειο γεύμα. Διάολε!
- Ωραίο καιρό έχει σήμερα, βαρέθηκα την εργασία. Πάω να λιαστώ λιγουλάκι έξω στα σκαλοπάτια.
Απογειώνομαι με δυο τρεις πιρουέτες και στρέφω τους προβολείς του στην ανεπανάληπτη Β. πίσω από το μπαρ. Ο ήλιος με τυφλωνεί αλλά το παιχνίδι γνώσεων που έχει στηθεί μέσα και η αδυναμία μου στις ερωτήσεις γεωγραφίας με καθήλωσαν στον πάγκο....ευτυχώς!
Παρά την ήπια ηλίαση και το στομάχι που διαμαρτύρεται καθώς έφτασε κουτσά στραβά το μεσημέρι, αντιλαμβάνομαι πως ο κύριος έχει πιει άλλους δυο καφέδες και τρείς καράφες νερό. Η Β. σχολάει και την ύστατη στιγμή του αποχαιρετισμού ο αγαπητός κύριος βρήκε την ώρα να εκφράσει την ανησυχία του:
- Β., σχολάει και η Κική τώρα;
Τα μαλλιά μου έχουν πέσει και τα κερνάω κανταΐφι στους πελάτες!!! Να μην τα πολυλογώ, η ώρα φτάνει έξι και η καφεινή χορεύει σουινγκ με την μοναξιά, στις φλέβες του εν λόγω κυρίου. Το δράμα κορυφώνεται όταν πέρα από τις σκόρπιες σκέψεις του αναγκαστήκαμε ούλοι δούλοι αφεντικά να ακούσουμε τον τηλεφωνικό καυγά του, με την εδώ και τόσα χρόνια πρώην σύζυγο του. Ζαααααααχαρη, που έλεγε και ο αδερφός μου στον στρατό!
Ημιλιπόθυμη, καθόμουν στωικά δίπλα του και τον άκουγα. Που και που ξεστόμιζα μια δυο λέξεις και μετά πάλι τουμπεκι. Δεν είναι κακός σκεφτόμουν. Δεν είναι φλύαρος. Δεν το παίζει Ο Κάποιος για να ψωνίσει πιπινάκι. Είναι ένας μόνος άνθρωπος. Και σου έλαχε εσένα να βρίσκεται δίπλα σου σε μια δύσκολη μέρα. Σφήνωσε τις ωτασπίδες και απόλαυσε τον στραβό ήλιο!
Μισή ώρα πριν βρει την δύναμη και το δρόμο για το σπίτι του, με κοιτάζει στα μάτια και με ρωτάει:
- Εμένα (μικρή παύση) ποια είναι η ηθική ανταμοιβή μου που σου μιλάω τώρα;
- (μεγαλύτερη παύση) Η ηθική σου ανταμοιβή είναι απλά (και δύσκολα) πως σε ακούω, του απάντησα με ένα αινιγματικό χαμόγελο.